Λέξη: αηδόνι

Σχετικές λέξεις: αηδόνι

αηδόνι κελάηδημα, αηδόνι πεκίνου, αηδόνι βικιπαίδεια, αηδόνι ιαπωνίας, αηδόνι στην κερασιά, αηδόνι notis sfakianakis, αηδόνι στα αγγλικά, αηδόνι συλλαβισμός, αηδόνι και το τριαντάφυλλο, αηδόνι σε κλουβί

Συνώνυμα: αηδόνι

αηδών

Μεταφράσεις: αηδόνι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
nightingale, a nightingale, the nightingale, nightingale was
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ruiseñor, Nightingale, usignuolo, el ruiseñor
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nachtigall, Nachtigall, nightingale, Nachtigallen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rossignol, Nightingale, Rossignols, le rossignol
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
usignolo, Nightingale, dell'usignolo, usignuolo
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
noite, rouxinol, Nightingale, do rouxinol, o rouxinol
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nachtegaal, Nightingale, de nachtegaal, nachtegaal van
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
соловей, Найтингейл, соловья, Nightingale, соловьем
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nattergal, nattergalen, nightingale, nightingale synge
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
näktergal, Nightingale, näktergalen, näktergalens, näktergalet
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
satakieli, Nightingale, satakielen, satakieltä
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nattergal, Nightingale, nattergalen, nattergale
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
slavík, Nightingale, slavíka, slavík obecný, Nightingaleová
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
skowronek, słowik, Nightingale, słowika, słowikiem
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fülemüle, csalogány, Nightingale, a fülemüle, csalogánya
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bülbül, nightingale, bu bülbül, bülbülü, bülbül gibi
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
соловей, соловейко
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bilbil, Nightingale, bilbili
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
славей, Найтингейл, славеевия, Nightingale, славея
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
салавей, Савей, Соловей
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ööbik, ööbikuks, nightingale, ööbikut, ööbiku
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
slavuj, Nightingale, Slavuju, Nightingale je
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Nightingale
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lakštingala, Nightingale, Vakarinė lakštingala, lakštutė, prasimanymai
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lakstīgala, Nightingale, lakstīgalu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
славеј, славејот, славејче, Најтингејл, славеј еден
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
privighetoare, Nightingale, privighetoarea, privighetori, privighetorii
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
slavček, Nightingale, slavec, slavčka, Nightingale se
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
slávik, Slavík, Slavik

Στατιστικά δημοτικότητας: αηδόνι

Τυχαίες λέξεις