Varen στα ελληνικά
Μετάφραση: varen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βόλτα, ατραξιόν, ταξιδεύω, φτέρη, ιππεύω, ιστίο, πανί, ιστίου, πανιά, πανιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- architect στα ελληνικά - σχεδιαστής, αρχιτέκτων, αρχιτέκτονα, αρχιτέκτονας, του αρχιτέκτονα, τον αρχιτέκτονα
- kloosterbroeder στα ελληνικά - καλόγηρος, μοναχός, Friar, καλόγερος, Φράιερ
- overlappen στα ελληνικά - επικάλυψη, αλληλεπικάλυψη, επικάλυψης, αλληλοεπικάλυψη, αλληλεπικάλυψης
- steeds στα ελληνικά - πάντοτε, ποτέ, πάντα, πάντα να, είναι πάντα, διαρκώς
Τυχαίες λέξεις
Varen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βόλτα, ατραξιόν, ταξιδεύω, φτέρη, ιππεύω, ιστίο, πανί, ιστίου, πανιά, πανιού
Μεταφράσεις: βόλτα, ατραξιόν, ταξιδεύω, φτέρη, ιππεύω, ιστίο, πανί, ιστίου, πανιά, πανιού