Verbieden στα ελληνικά

Μετάφραση: verbieden, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαγόρευση, απαγορεύω, αποκλεισμός, αποκλείω, απαγορεύουν, απαγορεύει, να απαγορεύουν, απαγορεύσει, απαγορεύσουν
Verbieden στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • allerwegen στα ελληνικά - παντού, κόσμο, οπουδήποτε, όλων των περιοχών, παντού στην
  • gootsteen στα ελληνικά - βυθίζω, βυθίζομαι, νεροχύτης, ναυαγώ, νεροχύτη, νιπτήρα, βύθισης, ...
  • mij στα ελληνικά - με, εμένα, μου, μένα, μου να
  • poeder στα ελληνικά - πασπαλίζω, πούδρα, σκόνη, σκόνης, σε σκόνη, κόνεως
Τυχαίες λέξεις
Verbieden στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαγόρευση, απαγορεύω, αποκλεισμός, αποκλείω, απαγορεύουν, απαγορεύει, να απαγορεύουν, απαγορεύσει, απαγορεύσουν