Verdelen στα ελληνικά
Μετάφραση: verdelen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαιρώ, μοιράζω, ξεχωριστός, διχοτομία, χωρίζω, ιδιαίτερος, μερίδιο, μοίρα, διχάζω, χωριστός, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eens στα ελληνικά - ποτέ, εφάπαξ, κάποτε, μια φορά, άπαξ, μία φορά, φορά
- foedraal στα ελληνικά - θήκη, αγγείο, πλοίο, σκεύος, σκάφος, περίπτωση, υπόθεση, ...
- logementhouder στα ελληνικά - οικοδεσπότης, φιλοξενώ, υποδοχής, ξενιστή, ξενιστής, ξενιστών
- schetsen στα ελληνικά - σκιαγράφηση, διατυπώνω, σκίτσο, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα
Τυχαίες λέξεις
Verdelen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαιρώ, μοιράζω, ξεχωριστός, διχοτομία, χωρίζω, ιδιαίτερος, μερίδιο, μοίρα, διχάζω, χωριστός, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός
Μεταφράσεις: διαιρώ, μοιράζω, ξεχωριστός, διχοτομία, χωρίζω, ιδιαίτερος, μερίδιο, μοίρα, διχάζω, χωριστός, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός