Vertolken στα ελληνικά
Μετάφραση: vertolken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάνω, καθιστώ, προσφέρω, ερμηνεύω, ερμηνεύσει, ερμηνεύουν, ερμηνεύει, ερμηνεύσουν
Μεταφράσεις
- afschrijven στα ελληνικά - αποσβέσουν, αποσβέσει, αποσβεστεί, να αποσβέσει, αποσβεστεί το
- gemaakt στα ελληνικά - επιτηδευμένος, τεχνητός, που, γίνεται, γίνονται, έκανε, γίνει
- kristal στα ελληνικά - κρύσταλλος, κρύσταλλο, κρυστάλλινα, κρυστάλλου, κρυστάλλων, κρυσταλλική
- oblie στα ελληνικά - τηγανίτα, φλυαρώ, βάφλα, βάφλας, βάφλες
Τυχαίες λέξεις
Vertolken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάνω, καθιστώ, προσφέρω, ερμηνεύω, ερμηνεύσει, ερμηνεύουν, ερμηνεύει, ερμηνεύσουν
Μεταφράσεις: κάνω, καθιστώ, προσφέρω, ερμηνεύω, ερμηνεύσει, ερμηνεύουν, ερμηνεύει, ερμηνεύσουν