Verwijderd στα ελληνικά

Μετάφραση: verwijderd, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψυχρός, απομακρυσμένος, απόκεντρος, απόμακρος, μακριά, μακριά από, από, εκτός, off
Verwijderd στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aardappel στα ελληνικά - πατάτα, πατάτας, γεωμήλων, της πατάτας, πατάτες
  • eik στα ελληνικά - δρύινος, βελανιδιά, βελανιδιάς, δρύινο δέντρο, δρυς, βαλανιδιά
  • mennen στα ελληνικά - φέρσιμο, ξεναγώ, ηγούμαι, μοιράζω, σκηνοθετώ, χειρίζομαι, φροντίζω, ...
  • stempel στα ελληνικά - γραμματόσημο, χαρτόσημα, γροθιά, διάτρηση, διάτρησης, διατρητήρα, ζουμπά
Τυχαίες λέξεις
Verwijderd στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψυχρός, απομακρυσμένος, απόκεντρος, απόμακρος, μακριά, μακριά από, από, εκτός, off