Απόμακρος στα ολλανδικά

Μετάφραση: απόμακρος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verafgelegen, veraf, ver, verwijderd, ververwijderd, afgelegen, vreemd, vreemdsoortig, zonderling, bizarre, bizar
Απόμακρος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απόμακρος

νίκος απόμακρος, είναι απόμακρος, απόμακρος στα αγγλικά, απόμακρος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, απόμακρος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • απόλυση στα ολλανδικά - ontslag, het ontslag, afwijzing, ontslagen, verwerping
  • απόλυτος στα ολλανδικά - ontlokken, rein, praten, volslagen, compleet, voltallig, totaal, ...
  • απόξεση στα ολλανδικά - schuring, slijtage, schuren, abrasie, afschuring
  • απόπειρα στα ολλανδικά - streven, toetsing, proberen, pogen, aanbod, poging, toets, ...
Τυχαίες λέξεις
Απόμακρος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verafgelegen, veraf, ver, verwijderd, ververwijderd, afgelegen, vreemd, vreemdsoortig, zonderling, bizarre, bizar