Verwijt στα ελληνικά
Μετάφραση: verwijt, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίπληξη, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- appreciëren στα ελληνικά - κατανοώ, εκτιμώ, αναγνωρίζω, εκτιμήσουν, εκτιμούν, εκτιμήσει, εκτιμήσετε
- onophoudelijk στα ελληνικά - παντοτινός, ενδελεχής, ακατάπαυστα, αδιάκοπα, ασταμάτητα, διαρκώς, συνεχώς
- route στα ελληνικά - δρόμος, πιάτο, πλεύση, ίχνος, μονοπάτι, διαδρομή, διαδρομής, ...
- roven στα ελληνικά - λεηλατώ, ξεγυμνώνω, ληστεύω, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob
Τυχαίες λέξεις
Verwijt στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίπληξη, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει
Μεταφράσεις: επίπληξη, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει