Verwittigen στα ελληνικά
Μετάφραση: verwittigen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γνωστοποιώ, ειδοποιώ, πληροφορώ, προειδοποιώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιεί, προειδοποιήσω
Μεταφράσεις
- enfin στα ελληνικά - τώρα, Enfin
- muziekkorps στα ελληνικά - ορχήστρα, μπάντα, ζώνη, συγκρότημα, ζώνης, ταινία
- pletten στα ελληνικά - συνωστισμός, συνθλίβω, ζουλώ, ισοπεδώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ...
- spuug στα ελληνικά - πτύω, φτύνω, σάλιο, φτύνα, πτύσμα, εμπτυσμούς, φτύσιμο
Τυχαίες λέξεις
Verwittigen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γνωστοποιώ, ειδοποιώ, πληροφορώ, προειδοποιώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιεί, προειδοποιήσω
Μεταφράσεις: γνωστοποιώ, ειδοποιώ, πληροφορώ, προειδοποιώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιεί, προειδοποιήσω