Verzekerd στα ελληνικά

Μετάφραση: verzekerd, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασφαλίζω, εδραιώνω, βέβαιος, ασφαλίζω, ασφαλής, σίγουρος, ασφαλισμένο, ασφαλισμένος, ασφαλισμένοι, ασφαλισμένου, ασφαλισμένα
Verzekerd στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beven στα ελληνικά - τρέμω, τουρτουρίζω, ανατριχίλα, τρεμουλιάζω, ριγώ, τρέμουν, τρέμει, ...
  • ergo στα ελληνικά - μετά, τότε, έτσι, τόσο, έπειτα, όθεν, Ergo, ...
  • insigne στα ελληνικά - γαλόνι, διακριτικό, εμβλήματα, Insignia, διακριτικά, έμβλημα, του Insignia
  • schriel στα ελληνικά - καταβεβλημένος, κάτισχνος, εννοώ, μέσο, μέσος, σημαίνει, νοείται
Τυχαίες λέξεις
Verzekerd στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασφαλίζω, εδραιώνω, βέβαιος, ασφαλίζω, ασφαλής, σίγουρος, ασφαλισμένο, ασφαλισμένος, ασφαλισμένοι, ασφαλισμένου, ασφαλισμένα