Vestiging στα ελληνικά

Μετάφραση: vestiging, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ίδρυμα, ίδρυση, θεσμός, εγκατάσταση, εγκαθίδρυση, καθιέρωση
Vestiging στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dromen στα ελληνικά - όνειρο, ρεμβάζω, ονειροπόληση, ονειρεύομαι, στο, σε, να, ...
  • geluk στα ελληνικά - ευτυχία, ευημερία, πιθανότητα, κίνδυνος, ευκαιρία, συγκυρία, αποτολμώ, ...
  • jasje στα ελληνικά - σακάκι, μπουφάν, μανδύα, χιτώνιο, περίβλημα
  • temperament στα ελληνικά - ιδιοσυγκρασία, ταμπεραμέντο, την ιδιοσυγκρασία, ιδιοσυγκρασίας, η ιδιοσυγκρασία
Τυχαίες λέξεις
Vestiging στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ίδρυμα, ίδρυση, θεσμός, εγκατάσταση, εγκαθίδρυση, καθιέρωση