Vlijtig στα ελληνικά

Μετάφραση: vlijtig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργατικός, επιμελής, industriously
Vlijtig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abc στα ελληνικά - αλφάβητο, ABC, ΑΒΓ, το ABC, του ABC
  • herenhuis στα ελληνικά - μέγαρο, αρχοντικό, αρχοντικό του, αρχοντικού, έπαυλη
  • inkorten στα ελληνικά - κονταίνω, μείωση, μειώνω, ελαττώνω, συντομεύω, μικραίνω, συντομεύσει, ...
  • meemaken στα ελληνικά - συμμετέχω, συμμετέχουν, συμμετάσχουν, συμμετέχει, συμμετάσχει
Τυχαίες λέξεις
Vlijtig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργατικός, επιμελής, industriously