Voeder στα ελληνικά

Μετάφραση: voeder, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαγητό, θρέψη, τροφή, τροφοδότη, τροφοδότης, τροφοδοσίας, τροφοδοτικού, τροφοδοτικός
Voeder στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • geadresseerde στα ελληνικά - παραλήπτης, αποδέκτης, Αποδέκτες, αποδέκτη, παραλήπτη
  • losgeld στα ελληνικά - λύτρα, εξαγορά, λύτρο, λύτρων, τα λύτρα, λυτρωτική
  • perk στα ελληνικά - πελούζα, παραμεθόριος, γκαζόν, κρεβάτι, δεμένος, όριο, περιορίζω, ...
  • pret στα ελληνικά - κέφι, ηδονή, πλάκα, ευχαρίστηση, αρέσκεια, διασκέδαση, τη διασκέδαση, ...
Τυχαίες λέξεις
Voeder στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαγητό, θρέψη, τροφή, τροφοδότη, τροφοδότης, τροφοδοσίας, τροφοδοτικού, τροφοδοτικός