Vooral στα ελληνικά

Μετάφραση: vooral, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεθαμένος, τέλεια, νεκρός, ειδικά, τελείως, απολύτως, ιδίως, ιδιαίτερα, κυρίως, ειδικότερα
Vooral στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • decennium στα ελληνικά - δεκαετία, δεκαετίας
  • fenomenaal στα ελληνικά - εκπληκτικός, φαινομενικός, εκπληκτική, πρωτοφανής, φαινομενική, φαινομενικό
  • onderbroek στα ελληνικά - σώβρακο, παντελόνι, βράκα, σλιπ, σώβρακα, εσωρούχου, εσώρουχα
  • onderrok στα ελληνικά - μεσοφόρι, μεσοφούστανο, μεσοφόρια
Τυχαίες λέξεις
Vooral στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεθαμένος, τέλεια, νεκρός, ειδικά, τελείως, απολύτως, ιδίως, ιδιαίτερα, κυρίως, ειδικότερα