Voorwaarde στα ελληνικά

Μετάφραση: voorwaarde, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρήτρα, όρος, πάθηση, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης
Voorwaarde στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • levensbeschrijver στα ελληνικά - βιογράφος, βιογράφο, ο βιογράφος, βιογράφος του, το βιογράφο
  • methode στα ελληνικά - μέθοδος, μέθοδο, μεθόδου, μέθοδο που, τη μέθοδο
  • pool στα ελληνικά - πάσσαλος, παλούκι, κοντάρι, πόλο, πόλος, πόλου, πόλων
  • snol στα ελληνικά - τάρτα, πόρνη, ιερόδουλη, στυφός, πατσαβούρα, εταίρα, καυστικός, ...
Τυχαίες λέξεις
Voorwaarde στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρήτρα, όρος, πάθηση, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης