Voorwerp στα ελληνικά

Μετάφραση: voorwerp, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πράγμα, αντιτείνω, αντικείμενο, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της
Voorwerp στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bereiding στα ελληνικά - προετοιμασία, παρασκευή, παρασκεύασμα, προετοιμασίας, παρασκευάσματος
  • heen στα ελληνικά - μακριά, φιλοξενούμενη, πόδια, τα πόδια, λίγο έξω
  • hinderpaal στα ελληνικά - στένωση, παρακώλυση, εμπόδιο, εμποδίου, εμπόδια, εμπόδιο για, εμποδίων
  • instituut στα ελληνικά - θεσπίζω, επιβάλλω, ινστιτούτο, ίδρυμα, Ινστιτούτου, Institute, ιδρύματος
Τυχαίες λέξεις
Voorwerp στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πράγμα, αντιτείνω, αντικείμενο, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της