Voos στα ελληνικά

Μετάφραση: voos, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άχρηστος, σάπιος, σάπιο, σάπια, σάπιου, τα σάπια
Voos στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bepantsering στα ελληνικά - πανοπλία, θωράκιση, πανοπλίας, θωράκισης, πανοπλίες
  • ongevoelig στα ελληνικά - απαθής, αναίσθητος, αδρανείς, ευαίσθητο, μη ευαίσθητες, μη ευαίσθητη
  • reguleren στα ελληνικά - κανονίζω, ρυθμίζουν, ρυθμίζει, ρύθμιση, ρυθμίσει, τη ρύθμιση
  • sjiek στα ελληνικά - σικ, κομψό, chic, κομψή, κομψά
Τυχαίες λέξεις
Voos στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άχρηστος, σάπιος, σάπιο, σάπια, σάπιου, τα σάπια