Weefsel στα ελληνικά

Μετάφραση: weefsel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πράμα, ιστός, ύφασμα, πανί, ύλη, ιστού, ιστό, ιστών, ιστούς
Weefsel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aanhef στα ελληνικά - πρώτος, αρχή, αρχίζω, ξεκίνημα, έναρξη, ξεκινώ, χαιρετισμός, ...
  • aantrekkelijkheid στα ελληνικά - διάστημα, έλξη, μαγεύω, ορθογραφώ, γοητεύω, συλλαβίζω, θέαμα, ...
  • doorkomen στα ελληνικά - πετυχαίνω, επιτυγχάνω, έρχονται μέσα, έρθει μέσα, έρχονται μέσω, έρχονται μέσα από, έρθει μέσω
  • terrein στα ελληνικά - πεδίο, τομέας, έδαφος, χωράφι, λόγους, λόγοι, λόγων, ...
Τυχαίες λέξεις
Weefsel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πράμα, ιστός, ύφασμα, πανί, ύλη, ιστού, ιστό, ιστών, ιστούς