Λέξη: ευτυχώς

Σχετικές λέξεις: ευτυχώς

ευτυχώς τους πρόλαβαν πριν αρχίσουν να, ευτυχώς που υπάρχεις, ευτυχώς που ξέχασα να μεγαλώσω στίχοι, ευτυχώς τρελάθηκα, ευτυχώς ηττηθήκαμε σύντροφοι, ευτυχώς που υπάρχεις - γιώργος σαμπάνης, ευτυχώς ξέρω να μαγειρεύω πατάτες τηγανητές με αυγά βραστά, ευτυχώς τρελάθηκα onirama, ευτυχώς που ξέχασα να μεγαλώσω, ευτυχώς συνώνυμα

Μεταφράσεις: ευτυχώς

ευτυχώς στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fortunately, luckily, happily, Thankfully

ευτυχώς στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
afortunadamente, suerte, por suerte, fortuna

ευτυχώς στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erfreulicherweise, glücklicherweise, zum Glück, Glück, glücklicher

ευτυχώς στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
heureusement, Fort heureusement

ευτυχώς στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fortunatamente, per fortuna, fortuna, chiude

ευτυχώς στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
felizmente, afortunado, feliz, Por sorte

ευτυχώς στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gelukkig, gelukkig is, gelukkig zijn

ευτυχώς στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
благоприятно, счастливо, к счастью, счастью

ευτυχώς στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
heldigvis, heldigvis for, heldigvis for ham, heldigvis er

ευτυχώς στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lyckligtvis, tur, som tur, tur är, som tur är

ευτυχώς στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
onneksi, onnekkaasti, onneksi on

ευτυχώς στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
heldigvis, forsvarsspilleren tilbage, forsvarsspilleren, Heldigvis er, forsvarsspilleren tilbage og

ευτυχώς στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
šťastně, naštěstí, ale naštěstí, naštěstí se, štěstí, bohudík

ευτυχώς στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pomyślnie, szczęśliwie, szczęście, na szczęście

ευτυχώς στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szerencsére, Szerencsére a, szerencsésen

ευτυχώς στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çok şükür, neyse, neyse ki, şükür, Allahtan

ευτυχώς στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сприятливо, щасливо, на щастя, щастя

ευτυχώς στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
për fat të mirë, fat të mirë, fat, fatmirësisht, për fat

ευτυχώς στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
за щастие, щастие, щастливо

ευτυχώς στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
на шчасце, да шчасця, на шчасьце, шчасце

ευτυχώς στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õnnekombel, õnneks, Õnneks on

ευτυχώς στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uspješno, sretno, srećom, sreću, na sreću, Na svu sreću, nasreću

ευτυχώς στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sem betur fer, betur fer, allrar hamingju, Til allrar hamingju, betur

ευτυχώς στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
laimei, bet

ευτυχώς στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
laimīgi, laimi, par laimi

ευτυχώς στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
среќа, За среќа

ευτυχώς στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
din fericire, fericire

ευτυχώς στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
na srečo, srečo, bi

ευτυχώς στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
našťastie

Στατιστικά δημοτικότητας: ευτυχώς

Τυχαίες λέξεις