Zwakhoofdig στα ελληνικά

Μετάφραση: zwakhoofdig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαζός, κουτός, βλαξ, ηλίθιος, βλάκα, ανόητος, ανόητο
Zwakhoofdig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beheerser στα ελληνικά - αυτεξούσιος, ρίγα, ανεξάρτητος, χάρακας, αυτόνομος, ηγεμόνας, κυρίαρχος, ...
  • minister στα ελληνικά - υπουργός, ιερέας, υπουργό, Υπουργού, ο υπουργός, Υπουργείο
  • opsluiten στα ελληνικά - φυλακίζω, κλειδώνω, κρατιούμαι, φυλακίζομαι, κλειδώσει, ασφαλίζει
  • overhemd στα ελληνικά - φανέλα, πουκάμισο, shirt, μπλούζα, μπλουζάκι
Τυχαίες λέξεις
Zwakhoofdig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαζός, κουτός, βλαξ, ηλίθιος, βλάκα, ανόητος, ανόητο