Összekapcsolt στα ελληνικά

Μετάφραση: összekapcsolt, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίνω, διασυνδεδεμένο, διασυνδεδεμένων, διασυνδεδεμένα, διασυνδέονται, διασυνδεδεμένες
Összekapcsolt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • forgócsap στα ελληνικά - μπικουτί, άξονας περιστροφής, περιστροφής, άξονα, στροφέα, άξονα περιστροφής
  • forrasztódrót στα ελληνικά - κολλώ, συγκόλλησης, κολλήσεις, κόλλησης, ύλης συγκολλήσεως, συγκολλητικό υλικό μετάλλων
  • hasonlóság στα ελληνικά - συμμόρφωση, ομοιότητα, ομοιότητας, της ομοιότητας, ομοιότητες, την ομοιότητα
  • kiújulás στα ελληνικά - επανεμφάνιση, υποτροπή, επιδείνωση, επανεμφάνισής, της επανεμφάνισης
Τυχαίες λέξεις
Összekapcsolt στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίνω, διασυνδεδεμένο, διασυνδεδεμένων, διασυνδεδεμένα, διασυνδέονται, διασυνδεδεμένες