Πειρασμός στα αγγλικά

Μετάφραση: πειρασμός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
temptation, tempting, tempter, a temptation, temptation to
Πειρασμός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: πειρασμός

tempter
  • πειρασμός
  • σατανάς
  • δελεαστής
  • σκανδαλιστής
tempting
  • πειρασμός
temptation
  • πειρασμός

Σχετικές λέξεις: πειρασμός

πειρασμός τελευταίο επεισόδιο με ελληνικούς υπότιτλους, πειρασμός σολωμός, πειρασμός στο θέατρο ελυζε, πειρασμός συνώνυμα, πειρασμός επεισόδιο 29, πειρασμός λεξικό γλώσσας αγγλικά, πειρασμός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • πειραματίζομαι στα αγγλικά - experiment, experimenting, been experimenting
  • πειραματικός στα αγγλικά - experimental, pilot, an experimental, experimentally
  • πειρατής στα αγγλικά - pirate, buccaneer, filibuster, a pirate
  • πεισματάρης στα αγγλικά - obstinate, stubborn, ornery, bullheaded, spiteful
Τυχαίες λέξεις
Πειρασμός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: temptation, tempting, tempter, a temptation, temptation to