Bor στα ελληνικά

Μετάφραση: bor, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρασί, οίνος, οίνου, κρασιού, οίνο
Bor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bonyolult στα ελληνικά - πολυσύνθετος, περίπλοκος, σύνθετος, πολύπλοκος, συγκρότημα, σύμπλεγμα, πολύπλοκες, ...
  • bonyolultság στα ελληνικά - περιπλοκή, περίπλοκο, πολυπλοκότητα, πολυπλοκότητας, την πολυπλοκότητα, περιπλοκότητα
  • borbély στα ελληνικά - κουρέας, Κομμωτήριο, κουρέα, Barber, κουρείο
  • borbélycégér στα ελληνικά - παλούκι, πάσσαλος
Τυχαίες λέξεις
Bor στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρασί, οίνος, οίνου, κρασιού, οίνο