Dédelgetés στα ελληνικά

Μετάφραση: dédelgetés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θωπεύω, coddling
Dédelgetés στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dátum στα ελληνικά - ημερομηνία, χουρμάς, ημερομηνίας, την ημερομηνία, σήμερα, ημερομηνία που
  • dédelgetett στα ελληνικά - στοργικός, τρυφερός, αγαπημένες, προσφιλείς, λατρεύεται, προσφιλή, τις αγαπημένες
  • dékán στα ελληνικά - κοσμήτορας, πρύτανης, Dean, κοσμήτορα, πρύτανη
  • dél στα ελληνικά - μεσημέρι, νότος, νότιος, Νότια, Νότιας, Νότιο
Τυχαίες λέξεις
Dédelgetés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θωπεύω, coddling