Θωπεύω στα ουγγρικά

Μετάφραση: θωπεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
cirógatás, átölelés, dédelgetés, díszállat, Tweedle
Θωπεύω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θωπεύω

θωπεύω λεξικό, θωπεύω ετυμολογία, θωπεία θωπεύω, θωπεύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, θωπεύω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • θυσία στα ουγγρικά - áldozat, áldozatot, áldozata, áldozatát, áldozatul
  • θυσιάζω στα ουγγρικά - áldozat, áldozatot, áldozata, áldozatát, áldozatul
  • θωριά στα ουγγρικά - szempont, megvilágítás, margó, árrés, margin, különbözet, mérlegelési
  • θόρυβος στα ουγγρικά - zaj, zajt, a zaj, zajszint, zajjal
Τυχαίες λέξεις
Θωπεύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: cirógatás, átölelés, dédelgetés, díszállat, Tweedle