Díjtétel στα ελληνικά
Μετάφραση: díjtétel, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναλογία, τιμή, βαθμός, ποσοστό, ρυθμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- díjtalan στα ελληνικά - δωρεάν, χωρίς χρέωση, χρεώνεται
- díjtalanul στα ελληνικά - δωρεάν, χωρίς χρέωση, χρεώνεται
- dísz στα ελληνικά - στολίδι, κόσμημα, διακόσμηση, διακοσμητικό, διακοσμήσεων
- díszelvonulás στα ελληνικά - μαγαρίζω, βεβηλώνω, κηλιδώνω, λερώνω
Τυχαίες λέξεις
Díjtétel στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναλογία, τιμή, βαθμός, ποσοστό, ρυθμό
Μεταφράσεις: αναλογία, τιμή, βαθμός, ποσοστό, ρυθμό