Díszállat στα ελληνικά

Μετάφραση: díszállat, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θωπεύω, διακοσμητικός, διακοσμητικά, καλλωπιστικών, διακοσμητικών, καλλωπιστικά
Díszállat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • díszvacsora στα ελληνικά - πανδαισία, συμπόσιο, επίσημων, προετοιμασίας επίσημων δείπνων, δεξιώσεων, συμποσίων
  • díszvakolat στα ελληνικά - προβιά, δέρμα, γδέρνω, Διακοσμητικά, Διακοσμητικό, Διακόσμησης, Διακοσμητικές, ...
  • díszítmény στα ελληνικά - στολισμός, γαρνιτούρα, γαρνίρισμα, γαρνίρετε, γαρνίρουμε, το γαρνίρισμα
  • díszítmények στα ελληνικά - καλλωπισμούς, διακοσμητικά, διακόσμηση, διακοσμητικά στοιχεία, αισθητικά στοιχεία
Τυχαίες λέξεις
Díszállat στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θωπεύω, διακοσμητικός, διακοσμητικά, καλλωπιστικών, διακοσμητικών, καλλωπιστικά