Edzett στα ελληνικά
Μετάφραση: edzett, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκληρός, δύσκολος, σκληροτράχηλος, σκληρύνει, σκλήρυνε, σκληρυμένο, σκληρυνθεί, σκληρυμένα
Μεταφράσεις
- ecsetvonás στα ελληνικά - πινελιά, αγγίζω, κτύπημα, αποπληξία, χτύπημα, προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο
- ediktum στα ελληνικά - διάγγελμα, διάταγμα, Διατάγματος, έδικτο, διάταγμα που, διάταγμα των
- edzettség στα ελληνικά - αντοχή, ανθεκτικότητα, hardiness, σκληρότητα, την ανθεκτικότητα
- edény στα ελληνικά - σκεύος, πλοίο, σκάφος, αγγείο, σκάφους, δοχείο, πλοίου
Τυχαίες λέξεις
Edzett στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκληρός, δύσκολος, σκληροτράχηλος, σκληρύνει, σκλήρυνε, σκληρυμένο, σκληρυνθεί, σκληρυμένα
Μεταφράσεις: σκληρός, δύσκολος, σκληροτράχηλος, σκληρύνει, σκλήρυνε, σκληρυμένο, σκληρυνθεί, σκληρυμένα