Egyéni στα ελληνικά
Μετάφραση: egyéni, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαντάρος, ιδιωτικός, ιδιαίτερος, άτομο, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες
Μεταφράσεις
- egyébként στα ελληνικά - αλλιώς, διαφορετικά, άλλως, άλλο τρόπο, με άλλο τρόπο
- egyén στα ελληνικά - ατομικός, άτομο, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες
- egyénileg στα ελληνικά - μεμονωμένα, ατομικά, ξεχωριστά, χωριστά, ατομικώς
- egyéniség στα ελληνικά - ατομικότητα, ατομικότητας, την ατομικότητα, ατομικότητά, η ατομικότητα
Τυχαίες λέξεις
Egyéni στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαντάρος, ιδιωτικός, ιδιαίτερος, άτομο, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες
Μεταφράσεις: φαντάρος, ιδιωτικός, ιδιαίτερος, άτομο, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες