Egyenletes στα ελληνικά
Μετάφραση: egyenletes, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίπεδος, διαμέρισμα, ακόμη και, καν, ακόμη, ακόμα, ακόμα και
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- egyenleg στα ελληνικά - κατάλοιπο, ισορροπία, υπόλοιπο, ισορροπίας, ισοζύγιο, ισοζυγίου
- egyenlet στα ελληνικά - εξίσωση, εξίσωσης, την εξίσωση, εξισώσεως, εξίσωση που
- egyenletesen στα ελληνικά - λεία, ομαλά, ομοιόμορφα, ομοιόμορφη, ενιαία, ομοιόμορφο, ομοιομόρφως
- egyenletesség στα ελληνικά - ομαλότητα, ομοιομορφία, ομαλότητας, την ομαλότητα, επιπεδότητα
Τυχαίες λέξεις
Egyenletes στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίπεδος, διαμέρισμα, ακόμη και, καν, ακόμη, ακόμα, ακόμα και
Μεταφράσεις: επίπεδος, διαμέρισμα, ακόμη και, καν, ακόμη, ακόμα, ακόμα και