Elkékült στα ελληνικά
Μετάφραση: elkékült, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπλε, κυανωτική, κυανωτικός, κυανωτικές, κυανωτικά, κυανωτικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elkábító στα ελληνικά - εντυπωσιακός, γοητευτικός, έκπαγλος, αναισθητοποίηση, εκπληκτική, εκπληκτικό, εντυπωσιακό, ...
- elkápráztató στα ελληνικά - ωραίος, έξοχος, εκθαμβωτικό, εκθαμβωτική, εκθαμβωτικά, εκτυφλωτικό, θεαματικά
- elképesztés στα ελληνικά - τυφλώνω, θαμπώνω, θάμβος, θαμβώνω, τυφλώνουν
- elképzelt στα ελληνικά - φανταστικός, φανταστικό, φανταστικού, νοητή, φαντασιακό
Τυχαίες λέξεις
Elkékült στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπλε, κυανωτική, κυανωτικός, κυανωτικές, κυανωτικά, κυανωτικών
Μεταφράσεις: μπλε, κυανωτική, κυανωτικός, κυανωτικές, κυανωτικά, κυανωτικών