Energiátlan στα ελληνικά

Μετάφραση: energiátlan, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαλαρός, αργοκίνητος, λάσκος, μπόσικος
Energiátlan στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • energia στα ελληνικά - εξαναγκάζω, βία, δύναμη, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, ...
  • energiatároló στα ελληνικά - αποθήκευση, αποθήκευσης, την αποθήκευση, αποθεματοποίησης, αποθεματοποίηση
  • enervált στα ελληνικά - αποχαυνώνω, εκνευρίζω
Τυχαίες λέξεις
Energiátlan στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαλαρός, αργοκίνητος, λάσκος, μπόσικος