Energia στα ελληνικά
Μετάφραση: energia, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαναγκάζω, βία, δύναμη, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, της ενέργειας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- emóció στα ελληνικά - συναίσθημα, συγκίνηση, Emotion, Συναίσθημα, το συναίσθημα, Τα συναισθήματα
- enciklopédia στα ελληνικά - εγκυκλοπαιδεία, εγκυκλοπαίδεια, Encyclopedia, εγκυκλοπαίδειας, εγκυκλοπαίδεια και
- energiatároló στα ελληνικά - αποθήκευση, αποθήκευσης, την αποθήκευση, αποθεματοποίησης, αποθεματοποίηση
- energiátlan στα ελληνικά - χαλαρός, αργοκίνητος, λάσκος, μπόσικος
Τυχαίες λέξεις
Energia στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαναγκάζω, βία, δύναμη, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, της ενέργειας
Μεταφράσεις: εξαναγκάζω, βία, δύναμη, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, της ενέργειας