Fészek στα ελληνικά
Μετάφραση: fészek, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στριμώχνω, γωνία, φωλιά, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- férjes στα ελληνικά - παντρεμένος, παντρεύτηκε, παντρευτεί, παντρεμένη, παντρεμένοι
- férjezett στα ελληνικά - παντρεμένος, παντρεύτηκε, παντρευτεί, παντρεμένη, παντρεμένοι
- fészekalja στα ελληνικά - μελαγχολώ, τσούρμο, γένος, γόνου, γεννητόρων, σε απογόνους
- fészer στα ελληνικά - καλύβα, παράγκα, αποβάλλω, υπόστεγο, ρίξει, να ρίξει, ρίξουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Fészek στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στριμώχνω, γωνία, φωλιά, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές
Μεταφράσεις: στριμώχνω, γωνία, φωλιά, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές