Fennhéjazó στα ελληνικά

Μετάφραση: fennhéjazó, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερόπτης, υπεροπτικός, αλαζονικός, αλαζόνας, τυραννικός, αυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, κυριαρχική
Fennhéjazó στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fennhangon στα ελληνικά - φωναχτά, δυνατά, μεγαλοφώνως, μεγαλόφωνα
  • fennhatóság στα ελληνικά - έλεγχος, εξουσιάζω, υπεροχή, υπεροχής, κυριαρχία, την υπεροχή, κυριαρχίας
  • fennhéjázó στα ελληνικά - ψηλός, υπερόπτης, τυραννικός, αυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, κυριαρχική
  • fennkölt στα ελληνικά - υπερόπτης, ψηλός, μεγαλείο, Υπερφυσικός, πανέμορφη, πανέμορφο, sublime
Τυχαίες λέξεις
Fennhéjazó στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερόπτης, υπεροπτικός, αλαζονικός, αλαζόνας, τυραννικός, αυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, κυριαρχική