Αλαζονικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: αλαζονικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fennhéjazó, arrogáns, öntelt, arrogánsnak, arrogánsak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλαζονικός
αλαζονικός βικιλεξικο, αλαζονικός λεξικο, αλαζονικός σημαινει, αλαζονικός σαν, αλαζονικόσ και καχύποπτοσ, αλαζονικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αλαζονικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αλήτης στα ουγγρικά - vasalás, lábdobogás, lábdübörgés, járkálás, csavargó, csavarog, ingyenélő, ...
- αλαζονεία στα ουγγρικά - önteltség, gőg, arrogancia, arroganciája, arroganciát, arroganciával
- αλαζόνας στα ουγγρικά - fennhéjazó, kitömött, töltött, töltve, a töltött, tömött
- αλατίζω στα ουγγρικά - kukorica, kukoricát, a kukorica, gabona, corn
Τυχαίες λέξεις
Αλαζονικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fennhéjazó, arrogáns, öntelt, arrogánsnak, arrogánsak
Μεταφράσεις: fennhéjazó, arrogáns, öntelt, arrogánsnak, arrogánsak