Gond στα ελληνικά

Μετάφραση: gond, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταλαιπωρία, φασαρία, ενοχλώ, μπελάς, πρόβλημα, προβλήματος, το πρόβλημα, ζήτημα, το ζήτημα
Gond στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gombolás στα ελληνικά - στερέωση, τρουκ, κουμπιά, με τρουκ, κούμπωμα, στο κούμπωμα
  • gombóc στα ελληνικά - κουτάλα, κουταλιά, σέσουλα, μεζούρα, scoop
  • gondatlan στα ελληνικά - χαλαρός, μπόσικος, λάσκος, αργοκίνητος, αμελής, αμέλεια, εξ αμελείας, ...
  • gondatlanság στα ελληνικά - αμέλεια, αμέλειας, αμελείας, αμελειών, αμέλεια εκ
Τυχαίες λέξεις
Gond στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταλαιπωρία, φασαρία, ενοχλώ, μπελάς, πρόβλημα, προβλήματος, το πρόβλημα, ζήτημα, το ζήτημα