Gyakorlás στα ελληνικά
Μετάφραση: gyakorlás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άσκηση, πρακτική, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
![Gyakorlás στα ελληνικά Gyakorlás στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-hu-gr-4155.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gyakorlati στα ελληνικά - λειτουργικός, πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά
- gyakorlatozás στα ελληνικά - τριβελίζω, άσκηση, τροχός, ασκήσεις, ασκήσεων, τις ασκήσεις, exercises, ...
- gyakornok στα ελληνικά - εκπαιδευόμενος, ασκούμενος, εκπαιδευόμενο, εκπαιδευόμενου, ασκούμενου
- gyakran στα ελληνικά - συχνά, συνήθως, φορές, πολλές φορές
Τυχαίες λέξεις
Gyakorlás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άσκηση, πρακτική, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
Μεταφράσεις: άσκηση, πρακτική, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία