Πρακτική στα ουγγρικά
Μετάφραση: πρακτική, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gyakorlás, praxis, trenírozás, pacientúra, gyakorlat, gyakorlatban, gyakorlatot, gyakorlata, gyakorlatnak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρακτική
πρακτική άσκηση σπουδαστών ιεκ, πρακτική άσκηση, πρακτική άσκηση τει, πρακτική αριθμητική, πρακτική φιλοσοφία, πρακτική λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πρακτική στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πραγματοποίηση στα ουγγρικά - teljesülés, megvalósítás, megvalósítása, megvalósítását, megvalósításához, megvalósításának
- πραγματοποιώ στα ουγγρικά - rájönnek, megvalósítani, észre, megvalósítása
- πρακτικός στα ουγγρικά - tapasztalati, valóságos, gyakorlati, praktikus, a gyakorlati, gyakorlatban, konkrét
- πρακτορείο στα ουγγρικά - ügynökség, tevékenység, iroda, hivatal, intézet, ügynöki
Τυχαίες λέξεις
Πρακτική στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gyakorlás, praxis, trenírozás, pacientúra, gyakorlat, gyakorlatban, gyakorlatot, gyakorlata, gyakorlatnak
Μεταφράσεις: gyakorlás, praxis, trenírozás, pacientúra, gyakorlat, gyakorlatban, gyakorlatot, gyakorlata, gyakorlatnak