Hobó στα ελληνικά

Μετάφραση: hobó, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόρτης, αλήτης, hobo, των hobo, άστεγος πλανόδιος, πλανόβιος
Hobó στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hiúság στα ελληνικά - εκζήτηση, ματαιοδοξία, ματαιοδοξίας, τη ματαιοδοξία, ματαιότητα, η ματαιοδοξία
  • hobbi στα ελληνικά - χόμπι, ενασχόληση, δεντρογέρακας, Hobby, Χόμπυ, το χόμπι
  • hogyne στα ελληνικά - οριστικά, άι, Aye, Μάλιστα
  • hokedli στα ελληνικά - σκαμνί, σκαμπό, έδρανο, κόπρανα, κοπράνων, των κοπράνων
Τυχαίες λέξεις
Hobó στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόρτης, αλήτης, hobo, των hobo, άστεγος πλανόδιος, πλανόβιος