Hozzáépítés στα ελληνικά
Μετάφραση: hozzáépítés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προέκταση, έκταση, επέκταση, για, στην, να, σε, με
Μεταφράσεις
- hozzávaló στα ελληνικά - συστατικό, συστατικού, ουσία, συστατικών, συστατικά
- hozzáállás στα ελληνικά - στάση, συμπεριφορά, στάσης, τη στάση, η στάση
- hozzáértés στα ελληνικά - καταλαβαίνω, μυαλό, savvy, μυαλό τους, συνειδητοποιημένοι
- hozó στα ελληνικά - στάση, σχέση, έδρανο, για τη θέσπιση, για την ίδρυση, θέσπιση, ίδρυση, ...
Τυχαίες λέξεις
Hozzáépítés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προέκταση, έκταση, επέκταση, για, στην, να, σε, με
Μεταφράσεις: προέκταση, έκταση, επέκταση, για, στην, να, σε, με