Intézvényes στα ελληνικά

Μετάφραση: intézvényes, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγοραστής
Intézvényes στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • intézkedés στα ελληνικά - διάθεση, μέτρο, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν
  • intézvény στα ελληνικά - σχέδια, προσχέδια, σχεδίων, τα σχέδια, σχέδια που
  • intézés στα ελληνικά - διοίκηση, επιχείρηση, Επαγγελματικές, Business, Επιχειρήσεων, Επαγγελματικός
  • invalidus στα ελληνικά - σωματικός, φυσικός, Invalides, Πολεμικό, το Invalides, Απομάχων, Invalides του
Τυχαίες λέξεις
Intézvényes στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγοραστής