Köhécselés στα ελληνικά
Μετάφραση: köhécselés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεράκι, βήχας, βήχα, βήξιμο, ο βήχας, το βήχα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ködösség στα ελληνικά - ομιχλώδες
- köhintés στα ελληνικά - βήχας, βήχω, βήχα, το βήχα, του βήχα, ο βήχας
- köhögés στα ελληνικά - βήχω, βήχας, βήχα, το βήχα, του βήχα, ο βήχας
- kökény στα ελληνικά - κορόμηλο, αγριοδαμάσκηνο, sloe, τσάπουρνων
Τυχαίες λέξεις
Köhécselés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεράκι, βήχας, βήχα, βήξιμο, ο βήχας, το βήχα
Μεταφράσεις: γεράκι, βήχας, βήχα, βήξιμο, ο βήχας, το βήχα