Kölcsönösség στα ελληνικά
Μετάφραση: kölcsönösség, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συσχέτιση, αμοιβαιότητα, αμοιβαιότητας, της αμοιβαιότητας, την αμοιβαιότητα, η αμοιβαιότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kölcsönviszony στα ελληνικά - συσχέτιση, αναλογία, λόγος, λόγο, σχέση, λόγου
- kölcsönös στα ελληνικά - εναλλάσσω, αμοιβαίας, αμοιβαία, αμοιβαίων, την αμοιβαία, αμοιβαίο
- kölni στα ελληνικά - ευωδία, μυρωδιά, οσμή, άρωμα, Κολωνία, κολόνια, Κολωνίας, ...
- költemények στα ελληνικά - ποίηση, Ρίμες, Rhymes, έμμετρων λόγων, έμμετρους λόγους βρεφικών, οι Rhymes
Τυχαίες λέξεις
Kölcsönösség στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συσχέτιση, αμοιβαιότητα, αμοιβαιότητας, της αμοιβαιότητας, την αμοιβαιότητα, η αμοιβαιότητα
Μεταφράσεις: συσχέτιση, αμοιβαιότητα, αμοιβαιότητας, της αμοιβαιότητας, την αμοιβαιότητα, η αμοιβαιότητα