Körív στα ελληνικά

Μετάφραση: körív, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τόξο, αψίδα, τόξου, του τόξου, με τόξο, βολταϊκού τόξου
Körív στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • körzeti στα ελληνικά - έκταση, περιοχή, περιοχής, χώρο, ζώνη
  • körítés στα ελληνικά - γαρνιτούρα, γαρνίρισμα, γαρνίρετε, γαρνίρουμε, το γαρνίρισμα
  • köröm στα ελληνικά - καρφί, νυχιών, των νυχιών, νύχι, καρφιών
Τυχαίες λέξεις
Körív στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τόξο, αψίδα, τόξου, του τόξου, με τόξο, βολταϊκού τόξου