Kapkodó στα ελληνικά

Μετάφραση: kapkodó, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άτακτος, ακανόνιστος, συντομία, βραχύτητα, δυσκολία, δυσκολία στην, δύσπνοια
Kapkodó στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kapitány στα ελληνικά - καπετάνιος, καπετάνιο, αρχηγός, πλοίαρχος, κυβερνήτης
  • kapkodás στα ελληνικά - σπουδή, ορμή
  • kapocs στα ελληνικά - ιμάντας, σύνδεσμος, δεσμός, σύνδεση, σύνδεσμο, συνδέσμου
  • kapocskarika στα ελληνικά - αυτί, δακτύλιο σύσφιξης, δακτύλιο σύσφιγξης, δαχτυλίδι σύσφιξης, δακτύλιος συσφίγξεως, δακτύλιο με σφιγκτήρα
Τυχαίες λέξεις
Kapkodó στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άτακτος, ακανόνιστος, συντομία, βραχύτητα, δυσκολία, δυσκολία στην, δύσπνοια