Keresztbeporzás στα ελληνικά
Μετάφραση: keresztbeporzás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάβαση, διασταυρούμενη, εγκάρσια, εγκάρσιας, πολλαπλής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- keresztapa στα ελληνικά - νονός, νονό, νονού, ο νονός, νονός του
- keresztben στα ελληνικά - απέναντι, σε όλη, σε ολόκληρη, σε όλη την, σε όλον
- keresztcsont-fájás στα ελληνικά - πόνος, πόνο, πόνου, τον πόνο, άλγος
- keresztdeszka στα ελληνικά - Σταυρός, Σταυρού, Cross, Σταυρό, σέντρα
Τυχαίες λέξεις
Keresztbeporzás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάβαση, διασταυρούμενη, εγκάρσια, εγκάρσιας, πολλαπλής
Μεταφράσεις: διάβαση, διασταυρούμενη, εγκάρσια, εγκάρσιας, πολλαπλής