Keringési στα ελληνικά

Μετάφραση: keringési, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυκλοφοριακός, κυκλοφορικό, κυκλοφορικού, του κυκλοφορικού, το κυκλοφορικό, κυκλοφορική
Keringési στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kerge στα ελληνικά - τρελός, τρελών, των τρελών, τρελοί, τρελλό
  • keringés στα ελληνικά - κυκλοφορία, κυκλοφορίας, την κυκλοφορία, κυκλοφορία του
  • kertelés στα ελληνικά - υπεκφυγή, υπεκφυγές, αναβολές, υπεκφυγών, δικολαβισμός
  • kertész στα ελληνικά - κηπουρός, κηπουρό, κηπουρού, κηπουρό που
Τυχαίες λέξεις
Keringési στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυκλοφοριακός, κυκλοφορικό, κυκλοφορικού, του κυκλοφορικού, το κυκλοφορικό, κυκλοφορική