Kimért στα ελληνικά

Μετάφραση: kimért, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυστηρός, σέρτικος, δριμύς, σοβαρός, περιποιημένος, Prim, τη σεμνή συμπεριφορά, επιτηδευμένος, λεπτολόγος
Kimért στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kimosódás στα ελληνικά - rainout
  • kimozdulás στα ελληνικά - πέταγμα, πετώ, ρίχνω, μετάβαση, Πηγαίνοντας, πρόκειται, Going, ...
  • kincs στα ελληνικά - απόθεμα, κομπόδεμα, θησαυρός, θησαυρό, Treasure, θησαυρού, του θησαυρού
Τυχαίες λέξεις
Kimért στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυστηρός, σέρτικος, δριμύς, σοβαρός, περιποιημένος, Prim, τη σεμνή συμπεριφορά, επιτηδευμένος, λεπτολόγος