Kiszolgáló στα ελληνικά
Μετάφραση: kiszolgáló, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακόλουθος, διακομιστή, διακομιστή Ο, διακομιστής, του διακομιστή, του server
![Kiszolgáló στα ελληνικά Kiszolgáló στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-hu-gr-6519.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kiszolgáltatás στα ελληνικά - μετάφραση, παράδοση, απόδοση, παράδοσης, παραδόσεων, παραδόσεις
- kiszolgálás στα ελληνικά - μερίδα, υπηρεσία, υπηρεσίας, εξυπηρέτηση, εξυπηρέτησης, παροχής υπηρεσιών
- kiszorítás στα ελληνικά - Κάλυψη, αποπνικτικού, Πνίγει, πνίξιμο, στραγγαλισμό
- kiszállás στα ελληνικά - αποβίβαση, αποβίβασης, την αποβίβαση, η αποβίβαση, αποβίβαση των
Τυχαίες λέξεις
Kiszolgáló στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακόλουθος, διακομιστή, διακομιστή Ο, διακομιστής, του διακομιστή, του server
Μεταφράσεις: ακόλουθος, διακομιστή, διακομιστή Ο, διακομιστής, του διακομιστή, του server